ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ  
Νόνη Σταματέλου, Ιωάννινα,
 Ιανουάριος 2009

Παράτολμο το εγχείρημα ν’ αρθρώσεις λόγο κοσμικό για τους Αγίους μας, σ’ αυτό το χώρο, σ’ αυτό το χρόνο και μ’ αυτήν την ιδιότητα. Το να σε αποκαλούν «θεολόγο» είναι ευλογία και προνόμιο. Μα ένα προνόμιο βαρύ, ένας Σταυρός προς το Γολγοθά, που φορές – φορές σε γονατίζει και φορές σε λυτρώνει…
Η Εκκλησία μας γιορτάζει σήμερα τους Τρεις Ιεράρχες και Οικουμενικούς Διδασκάλους του 4ου αιώνα: Βασίλειο τον Μέγα, Γρηγόριο τον θεολόγο και Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Ενός αιώνα πολυτάραχου, μα που υπήρξε σταθμός για τα εκκλησιαστικά  μας γράμματα.
Η χριστιανική γιορτή στην παράδοσή μας είναι μέρα χαράς. Για τη ζώσα Εκκλησία που θριαμβεύει. Και όλοι εμείς, στο μέτρο που ο καθένας μας ζει και αναπνέει μέσα στην Εκκλησία ή έξω απ’ αυτήν, είμαστε μέτοχοι ή τραγικοί θεατές σ’ αυτή τη γιορτή και σε κάθε γιορτή.
 Καλούνται σήμερα στο κοινό τραπέζι μαζί με τους δασκάλους, οι άρχοντες και προϋπόθεση να μετάσχουν ως «συνεπιτελούντες» και όχι «παρακολουθούντες» είναι να αφουγκραστούν το λόγο του Χρυσοστόμου που λέει: «ο άρχοντας δεν πρέπει να υπερέχει απ’ τους αρχόμενους στις τιμές αλλά στις αρετές…»

Σπουδαστές ακόμα και οι τρεις φαίνεται να μην μπορούν να συμβιβαστούν με μετριότητες. Αποκτούν μόρφωση πλατιά κοντά σε σοφούς δασκάλους. Στοχάζονται, αναλύουν και αγωνίζονται για μία καθολική αλλαγή των ανθρωπίνων πραγμάτων με προοπτική το ευαγγελικό ιδανικό. Πριν γίνουν εξωτερικά μάρτυρες της αλήθειας αγωνίστηκαν εσωτερικά. Πέρασαν περίοδο ασκητικής ετοιμασίας για την απελευθέρωσή τους από την δύναμη των ανθρώπινων παθών, για την «καλήν αλλοίωσιν» ώστε αργότερα να μπορούν να ζήσουν και να δράσουν με εσωτερική ελευθερία.
Και μεστώνει γρήγορα το πνεύμα, κι ετοιμάζει τις μεγάλες εξορμήσεις για το γκρέμισμα των γηρασμένων ιδεών, για την καταπολέμηση των αιρέσεων. Κι ατσαλώνονται οι ψυχές για να βαστάξουν τον αβάσταχτο κατατρεγμό που τους προσμένει μα και να πετύχουν μια αρμονική σύνθεση αρχαιοελληνικής οικουμενικής σκέψης και χριστιανικού πνεύματος, να διασώσουν το ελληνικό στοιχείο σμιλεύοντάς το με την χριστιανική πίστη, ώστε να θεωρούνται προστάτες της Ελληνικής Παιδείας και των γραμμάτων.
Από κάθε φρόνιμο άνθρωπο ομολογείται, γράφει ο Ναζιανζηνός, που η υψηλή ποιητική του έμπνευση συναγωνίζεται τη φιλοσοφική βαθύνοιά του, ότι πρώτο και μεγάλο αγαθό είναι η παιδεία. Αντιμετωπίζει και την θύραθεν παιδεία με σεβασμό μα και με κριτικό νου. « Των εθνικών σοφών αποδεχόμαστε την έρευνα και θεωρία, απορρίπτουμε μόνο ό,τι οδηγεί στο πονηρό.» Και ο Μέγας Βασίλειος συνθέτει λόγο «προς τους νέους» όπου τους επισημαίνει τις ωφέλειες που αποκομίζει κανείς απ’ την ελληνική σοφία, αρκεί όπως οι μέλισσες να κάνει επιλογή του καλού υλικού. Πολύτιμα τα διδάγματά τους σε  θέματα παιδαγωγικής, που τίποτα δεν ήρθαν να προσθέσουν οι νεότεροι. Τους απασχολεί ο σκοπός της αγωγής, η προσωπικότητα του δασκάλου. Σημειώνουν ότι ο δάσκαλος οφείλει να έχει επιστημονικό οπλισμό και ηθική ακεραιότητα. Κι η διδασκαλία του να κατεβαίνει στην ψυχή του παιδιού σαν σιγαλή βροχή και να γλιστράει ως τα βάθη, εξασφαλίζοντας καρποφορία.
Μα δε μένουν στη συγγραφή και τη διατύπωση κανόνων. Σπεύδουν να στρατευτούν οπουδήποτε για τις ανάγκες του λαού. Τους γοητεύει όμως και η ζωή των ασκητών, μια φωνή τους καλεί σε δρόμους δύσκολους, δρόμους πνευματικούς. Μια ευγενική ταλάντευση χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή τους και της δίνει ένα τόνο δραματικό! Τελικά πραγματοποιούν μια ωραία σύνθεση θεωρίας και πράξης, στοχασμού και δράσης, αναχωρητισμού και δυναμικής παρουσίας στον κόσμο.
Μπροστά στα ιερατικά αξιώματα στέκονται με δέος και ευθύνη. Ο Βασίλειος, επίσκοπος στην Καισάρεια, ο Γρηγόριος στη Ναζιανζό και την Κωνσταντινούπολη κι ο ιερός Χρυσόστομος μετά την θητεία του ως πρεσβύτερος στην Αντιόχεια αναλαμβάνει με δέος τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κων/πολης κι ο καθένας δίνει αγώνα θαρραλέο κατά του πνεύματος της εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας.
Υπέρμαχος της Ορθοδοξίας ο Βασίλειος πολέμησε τις κακοδοξίες των αιρετικών και περιφρόνησε τις απειλές του αυτοκράτορα που ήθελε να τον ελκύσει στο αρειανό δόγμα. Είναι γνωστή η περήφανη απάντησή του προς τον απεσταλμένο του Ουάλεντα Μόδεστο: «Δεν με πτοούν οι απειλές σας. Τη δήμευση της περιουσίας δεν τη φοβάμαι, γιατί δεν έχω τίποτ’ άλλο παρεκτός απ’ το τριμμένο μου ράσο. Στον καιρό του φοβερού λοιμού ιδρύει το περίφημο πτωχοκομείο και νοσοκομείο στην Καισάρεια, ολάκερο συγκρότημα από οικοδομές μέσα στην πόλη όπου οι κατατρεγμένοι του κόσμου έβρισκαν στέγη, τροφή, περίθαλψη, παρηγοριά. Ο θεσμός της κοινωνικής πρόνοιας που σήμερα αποτελεί αφορμή για καύχηση των πολιτισμένων χωρών, είχε με τον Μέγα Βασίλειο το πρώτο επίσημο φανέρωμα του στον κόσμο.
Κι ο Ιερός Χρυσόστομος στη Βασιλεύουσα γίνεται αληθινός πατέρας για το ποίμνιό του. Επιβάλλει αυστηρή οικονομία  στα έξοδα της αρχιεπισκοπής για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις ανάγκες των φτωχών. Πνεύμα ασκητικό ο ίδιος, στηλιτεύει άφοβα τους βαλαντιοσκόπους, τους αυλοκόλακες και τους εμπόρους των οσίων και των ιερών με τον καυστικό του λόγο: «…εκκαθαρίσατε την Εκκλησίαν από αναξίους κληρικούς…». Και βλέποντας το πνεύμα μάταιης επίδειξης πλούτου να έχει εισχωρήσει και μέσα στην Εκκλησία κραυγάζει: «χρυσοχοείο και αργυροκοπείο είναι η Εκκλησία ή εργαστήριο αγιότητας;» Γι αυτό συνασπίστηκαν εναντίον του  όλοι όσων άνομα συμφέροντα εβλάπτονταν.
  Αξιοσημείωτη είναι και η στάση του ειρηνοποιού Γρηγορίου, όταν ορισμένοι επίσκοποι αμφισβήτησαν την εκλογή του στον Οικουμενικό θρόνο. «Αν, είπε στους συνοδικούς επισκόπους, εγώ είμαι  η αιτία των μεταξύ σας διαφωνιών, ρίξτε με στη θάλασσα και θα πάψει η τρικυμία των ταραχών. Δέχομαι να πάθω ο,τιδήποτε θελήσετε, αν και αθώος, για τη δική σας ομόνοια…»
Ο λόγος τους γίνεται πύρινος όταν αγγίζουν τα θέματα της πλεονεξίας και της κοινωνικής αδικίας που δεσπόζουν στην εποχή τους και μάλιστα καταξιωμένα από ήθη, νόμους και νοοτροπία. Ο Μ. Βασίλειος ανεπιφύλακτα καθορίζει την αρχή ότι ο πλούτος είναι αντιστρόφως ανάλογος της αγάπης «οσον ουν πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτον ελλείπεις τη αγάπη» Αποκαλεί «λωποδύτην» όχι μόνον αυτόν που απογυμνώνει κάποιον αλλά κι αυτόν που ενώ μπορεί να του προσφέρει ενδύματα , δεν το πράττει.  « Ώστε τοσούτους αδικείς , όσοις παρέχειν ηδύνασο» Το «εμόν και το σον» χαρακτηρίζεται από το Χρυσόστομο  «ψυχρόν ρήμα και μυρίους πολέμους εισαγαγόν». Οι τρεις Ιεράρχες δεν περιορίζονται να στηλιτεύουν μόνο την αδικία, θεωρούν παράβαση και το «ακοινώνητον», την παράλειψη της προσφοράς στους έχοντες ανάγκη.
Μοιάζει συχνά να περνάει απαρατήρητη κι από την ίδια την  Εκκλησία η επιμονή των Πατέρων στην ισότητα των ανθρώπων, την «ομοτιμία» και την «ισοτιμία» τους. Τις κλασσικές αντιθέσεις που χωρίζουν τους ανθρώπους «δουλεία-ελευθερία», «πενία-πλούτο», ο Γρηγόριος ονομάζει «αρρωστήματα», «επινοήματα κακίας», που «εισήλθε τω γένει των  ανθρώπων». Θεωρεί δε άνισον και «ανώμαλον» τον νόμο που είναι επιεικής στις συζυγικές παρεκτροπές των ανδρών, ενώ γίνεται αυστηρότερος σε αυτές των γυναικών. « Ου δέχομαι ταύτην την νομοθεσίαν, ουκ επαινώ την συνήθειαν. Άνδρες ήσαν οι νομοθετούντες δια τούτο κατά γυναικών η νομοθεσία» και ανατρέχοντας στους θησαυρούς του Ευαγγελίου επισφραγίζει  «εις ποιητής ανδρός και γυναικός, εις χους αμφότεροι, εικών μία, νόμος εις, Ανάστασις μία».
Ιδιαίτερη επίσης είναι η ευαισθησία τους προς τον κόσμο της δημιουργίας. Έβλεπαν τη φύση σαν ανάκτορο της σοφίας του Θεού, στον άγριο συναγωνισμό των στοιχείων , στο ήρεμο ξετύλιγμα της ζωής, έβλεπαν να αποκαλύπτεται το θεϊκό μεγαλείο. Και σαν απάντηση στην απολυτοποίηση της ανθρώπινης γνώσης και την περιφρόνηση της Βίβλου εν ονόματι μίας κούφιας επιστημοσύνης ο Βασίλειος λέει στην Εξαήμερο πως « Δεν μειώνεται ο θαυμασμός μας για το έργα του Θεού, αν βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο έγινε ένα από τα θαυμαστά έργα. Παρέλειψε η Γραφή να μας το πει για να γυμνάσει το μυαλό μας.»
Άνθρωποι θεόπνευστοι, βαθυστόχαστοι οραματιστές μίας ωραίας και πλούσιας χριστιανικής ζωής, οι τρείς ιεράρχες υπήρξαν παράδειγμα εφηρμοσμένου Χριστιανισμού. Οι οικουμενικοί διδάσκαλοι, οι γνήσιοι εκφραστές του πνεύματος της αρχαίας ενωμένης Εκκλησίας που ο ιερέας ήταν ο « πατέρας». Δραματικά επίκαιρη η αναφορά των Πατέρων  στη ζωή μας. Είναι πολύ κουρασμένος ο σημερινός άνθρωπος, σχεδόν απελπισμένος. Περίσσεψε η αυστηρή κριτική για τα αμαρτήματά του, χρειάζεται την αγκαλιά της Εκκλησίας, το γλυκό της λόγο.
Αλήθεια, ποια μέσα μαζικής ενημέρωσης θα προβάλουν  σήμερα, ημέρα γιορτής των Ιεραρχών, κάτι για τη ζωή τους, τη σημασία της παρουσίας τους στην ιστορία των ανθρώπων; Ποια κοινωνία θ’ απασχολήσουν, με ποια παιδεία;
Γι’ αυτό κλείνουμε αυτή τη μέρα  τα σχολειά και τα πανεπιστήμια και ψελλίζουμε αμήχανα  πως γιορτάζει η Παιδεία, ενώ όλοι ξέρουμε πως αιμορραγεί. Τα παιδιά μας βγαίνουν στους δρόμους, γράφουν συνθήματα, γιατί αρνούνται να κτίζουν πύργους σε κινούμενη άμμο…Σαν δάσκαλοι εκπέμπουμε ένα σήμα. Όχι βέβαια προς το κράτος-όταν αυτό αρνείται πεισματικά την παράδοσή του-με ηγέτες  που για το Χριστιανισμό ίσως γνωρίζουν μόνο όσα έμαθαν στα σχολικά τους εγχειρίδια και κάτω απ’ τον παραμορφωτικό φακό του Προτεσταντισμού, μα προς την Εκκλησία.Την Εκκλησία που βάλλεται από παντού, την Εκκλησία που συχνά παρουσιάζει τον Χριστιανισμό ως νομοκανονική υπόθεση, που αποστολή έχει να πορεύεται στον κόσμο για να τον εκκλησιοποιεί, την Εκκλησία των σκανδάλων και των Αγίων…

Καιρός πια να δούμε την Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία όχι σαν μουσειακό είδος ,Και να τιμούμε τους μεγάλους Ορθόδοξους πατέρες όχι εκθέτοντας μακροσκελείς βιογραφίες, αλλά τονίζοντας ότι η θεολογία τους είναι τρόπος ζωής, είναι πνευματικές αρχές κι όχι καθηκοντολογία.
Σήμερα η ορθόδοξη παράδοσή μας αποτελεί την πιο ασφαλή πηγή ανεφοδιασμού μας. Καθώς έχουμε να παλέψουμε σαν έθνος ανάμεσα στις αντικρουόμενες πολιτικοοικονομικές θεωρίες Ανατολής και Δύσης και σαν εκκλησία ανάμεσα στην προπαγάνδα των ετεροδόξων και την πολεμική των υλιστών. Είναι ανάγκη η ανθρώπινη κοινωνία να αναβαπτισθεί στο πνεύμα του ορθόδοξου Κοινοτισμού που τον αντάλλαξε μέσα στην τραγική της πορεία με μηδενιστικά συστήματα, να ξαναβρεί το θεανθρώπινο ανθρωπολογικό πρότυπο της για να μπορεί να δημιουργεί ανθρώπους που θα χρησιμοποιούν τον τεχνολογικό πολιτισμό για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους κι όχι για την καταστροφή του.
Ο Πατερικός λόγος για το σύγχρονο σκεπτόμενο άνθρωπο είναι πρόκληση. Οι τρεις Ιεράρχες δεν είναι παρελθόν. Εξακολουθούν να μετέχουν στη ζωή της Εκκλησίας. Εκφράζουν σταθερά το φρόνημά της.
« Οι Χριστιανοί και μάλιστα οι Ορθόδοξοι, δεν αισθανόμαστε αμηχανία ούτε αιφνιδιαζόμαστε από τη διαδικασία της παγκοσμιοποιήσεως» γράφει ο στοχαστής ιεράρχης και αγωνιστής επίσκοπος Τιράνων και Αλβανίας και συνεχίζει « Η Οικουμενικότητα υπήρξε ο αυτονόητος πνευματικός μας χώρος. Η διάσταση της παγκοσμιότητος αποτελεί βασικό συστατικό της Ορθοδοξίας» (Γιαννουλάτος, σελ 262).
Η αποστολή μας λοιπόν ως έθνους σήμερα είναι αυτονόητη, αφού είμαστε κάτοχοι μιας πολύτιμης κληρονομιάς. Μια τέτοια αποστολή χρειάζεται το ψυχικό απόθεμα των Μαρτύρων και των Πατέρων. Κι αυτό είναι η Ορθοδοξία. Που σώζει την Ελληνικότητα στα υψηλότερα επιτεύγματά της σαν φιλαλήθεια, φιλοκαλία, φιλανθρωπία. Ο αποξενωμένος από αυτήν την παράδοση Γραικός, δεν έχει τίποτε να δώσει στην Ευρώπη, αλλά θα θέλει μόνο να πάρει, αρκούμενος μόνο στα ψιχία τα πίπτοντα από της τραπέζης» των πλουσίων εταίρων μας. Ο  Ρωμηός έχει να δώσει αυτό που πραγματικά στερείται η Ευρώπη, την Ορθοδοξία! Γιατί Ορθοδοξία είναι να πιστεύει κανείς εκεί που όλα φαίνονται χωρίς ελπίδα.

Η κινδυνολογία περί σύγκρουσης των πολιτισμών  με την παγκοσμιοποίηση δεν πλήττει την Ορθοδοξία που σκοπό έχει: να προσφέρει νόημα στη ζωή των ανθρώπων και υπέρβαση της αγωνίας του θανάτου.

Ο Χριστιανισμός πρέπει να γίνει συναγερμός! Και μάλλον ο συναγερμός πρέπει  ν’ αρχίσει απ’ την εκπαίδευση.
Ο λεγόμενος «εκδημοκρατισμός» της παιδείας ταυτίστηκε με την αξιωματική αρχή ότι στα παιδιά
«όλα επιτρέπονται».Το σχολειό δεν είναι στίβος άσκησης που ετοιμάζει τη νεολαία να αναλάβει με την ενηλικίωσή της τις ευθύνες του πολίτη, όχι.Το σχολειό παραμυθιάζει τον ανήλικο ότι έχει κιόλας όλα τα δικαιώματα του πολίτη, χωρίς την παραμικρή υποχρέωση αντιπροσφοράς, χωρίς εχέγγυα υπευθυνότητας. Δεν του μίλησε ποτέ η πολιτεία για τη χαρά της ασκητικής που προϋποθέτει η μετοχή, η άμιλλα, το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας. Γι’ αυτό, Δημοκρατία για πολλούς νέους στην Ελλάδα σημαίνει το χαβαλέ της «αποχής», του αποκλεισμού των κεντρικών δρόμων για να παραλύσει η κυκλοφορία, σημαίνει να ηδονίζεσαι από τη μέθη της ισχύος, όταν μπορείς να βασανίζεις πολλούς.

Οφείλουμε να μείνουμε πολλές νύχτες ξάγρυπνοι όσοι εμπλεκόμαστε στο θέμα της παιδείας, αν τα παιδιά μας συχνά ανιχνεύουν την ποιότητα όχι στους θεσμούς, μα στο περιθώριο. Αναρωτιέμαι, πότε θα μπούμε στον κόπο να αποκωδικοποιήσουμε τα μηνύματά τους, αναρωτιέμαι, πόσο καιρό ακόμα θα  κλείνουμε τ’ αυτιά στις κραυγές που απευθύνουν στους γονείς και τους δασκάλους τους και συχνά αποτυπώνουν σε στίχους αγαπημένου τους τραγουδιστή σαν  κι’ αυτούς :«δώστε μας πνοή, στέγη και τροφή και μια ιδέα στεγανή που να μη μπάζει κρύο…»
Αλήθεια, ποιος τολμά πια να θίξει το θέμα της γλώσσας, εκείνης που η κατάργησή της στην εκπαίδευση έχει αποκλείσει τα παιδιά μας απ’ τον γλυκασμό της εκκλησιαστικής μας ποίησης; Στα Λύκεια τα παιδιά δεν κατανοούν πια ούτε τον Παπαδιαμάντη και με δυσκολία παρακολουθούν κείμενο του Μακρυγιάννη ή του Κοσμά του Αιτωλού. Κι’ όμως, τη γλώσσα του πατροκοσμά την καταλάβαιναν οι αναλφάβητοι Έλληνες της Τουρκοκρατίας. Ποιος τολμά να φωνάξει πως στο βωμό της ευκολίας, κόβουμε τις φλέβες του Ελληνισμού, πιθηκίζοντας άλλα πρότυπα και άλλα μοντέλα παιδείας, ξένα με την ιδιοσυγκρασία μας;

«Θεός είναι να μη μπορείς να κοιμηθείς» γράφει ο ποιητής κι’ έχω την άποψη ότι η αγωνία μας πια δεν πρέπει να εξαντλείται σε μνημόσυνα ή λόγους από άμβωνος, μα είναι θέμα βαθειάς, μέχρι δακρύων περισυλλογής…

Παιδικό

Παιδικό


Οι γιρλάντες στα μπαλκόνια
 Στις βιτρίνες τα λαμπιόνια
ψεύτικα και πλαστικά.
Ψεύτικα και πλαστικά
της ζωής μας χρόνια.


Μα εγώ είμ' εδώ και τραγουδώ
Μα εγώ είμ' εδώ και σ΄αγαπώ
Μα εγώ είμ' εδώ και μη φοβάσαι
Μα εγώ είμ' εδώ, μα εγώ είμ' εδώ
να σε προσέχω όταν κοιμάσαι.

Με μια χάλκινη τρομπέτα
θα ξυπνήσω τους αγγέλους
για να ψάλλουν στα όνειρά σου
τα Χριστούγεννα.
Ένα κόκκινο τραινάκι
θα σου φέρω το πρωί
και μια σβούρα από ξύλο.
Τα ξανά' βρα τα παιχνίδια
που σου άρεσαν παιδί
τ' αλογάκι και το μήλο.
Τη χρυσόσκονη των άστρων
θα σου στρώσω να περάσεις
και το δρόμο να μη χάσεις
μέχρι να με βρεις.
Και το δρόμο να μη χάσεις
στων καιρών την άβυσσο.
Με το φως της Άγιας νύχτας
την καρδιά μου θα στολίσω
και για Σε θα ξανακτίσω
τον Παράδεισο




Χρστουγεννιάτικο

Ένα ποίημα, μια εικόνα

H Νόνη Σταματέλου συμμετέχει στο λεύκωμα με το ποίημά της "Μάνα"

  Ένα ποίημα, μια εικόνα στο Μουσείο Γ. Γουναρόπουλου

Το Μουσείο Γ. Γουναρόπουλου παρουσιάζει από 4 Μαρτίου μέχρι 4 Απριλίου 2015 την έκθεση «Ένα ποίημα, μια εικόνα». Στην έκθεση θα παρουσιαστούν είκοσι πρωτότυπα χαρακτικά έργα που έχουν δημιουργήσει είκοσι σύγχρονες ελληνίδες χαράκτριες, και τα οποία είναι εμπνευσμένα αντίστοιχα από ποιήματα που έγραψαν είκοσι σύγχρονες ελληνίδες ποιήτριες.
Τα έργα χαρακτικής που θα εκτεθούν αποτελούν εικαστικές αναγνώσεις των ποιημάτων και σε συνδυασμό με αυτά συνθέτουν ένα καλλιτεχνικό λεύκωμα με τίτλο Ένα ποίημα, μια εικόνα. Σύγχρονες ελληνίδες ποιήτριες και χαράκτριες, που εκδόθηκε από τη Σχολή Καλών Τεχνών Φλώρινας, ΤΕΕΤ, του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.
Η πρωτοβουλία για τη συνεργασία ανάμεσα στις χαράκτριες και τις ποιήτριες ανήκει στο Εργαστήριο Χαρακτικής και Έντυπης Τέχνης της Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας, και πραγματοποιήθηκε με τη στήριξη του περιοδικού Μανδραγόρας. Το λεύκωμα κυκλοφορεί σε 100 αριθμημένα αντίτυπα. Τα χαρακτικά έργα έχουν τυπωθεί χειρονακτικά και τα ποιήματα με τις μεθόδους της παραδοσιακής τυπογραφίας.
O Κώστας Κρεμμύδας, ποιητής και ιδρυτής του περιοδικού για την τέχνη και τη ζωή Μανδραγόρας, γράφει στην εισαγωγή του λευκώματος:
«Σε μια εποχή όπου επιχειρείται συνειδητά η διαίρεση, καθώς ο κατακερματισμός συνειδήσεων διευκολύνει όσους επιβουλεύονται τους λαούς, η σημερινή παρουσία 20 χαρακτριών και 20 ποιητριών δίνει ένα πολλαπλό μήνυμα, ακόμα και πέραν της τέχνης τους.»
Συμμετέχουν:
Οι ποιήτριες Κατερίνα Αγγελάκη Ρούκ, Βάγια Κάλφα, Ελένη Καμουλάκου, Ολυμπία Kαράγιωργα, Ευτέρπη Kωσταρέλη, Λίλιαν Μπουράνη, Χαρά Ναούμ, Άννα Νιαράκη, Παυλίνα Παμπούδη, Ελένη Παπάζογλου, Γρηγορία Πούλιου, Αγγελική Σιγούρου, Nόνη Σταματέλου, Νίκη Ταγκάλου, Μαρία Tρανού, Γιολάντα Τσιαμπόκαλου, Ελένη Φωτάκη, Νίκη Χαλκιαδάκη, Xαρά Χρηστάρα, Μάγδα Xριστοπούλου
Οι χαράκτριες Ιφιγένεια Αβραμοπούλου, Έρη Αγρίου, Καληάνθη Βογδοπούλου, Γεωργία Δαμιανού, Άννα Μαρία Θεοδώρογλου, Ευαγγελία Καραστέργιου, Σοφία Κεβρεκίδου, Κατερίνα Λαμπροπούλου , Αναστασία Μικρού, Ειρήνη Μνατσακανιάν, Ηρώ Μπάρου, Όλγα Μπογδάνου, Χρυσούλα Ξυνέλη, Αγγελική Παπαμιχαήλ, Έλενα Προβατά,Έλενα Δήμητρα Ρουμάνη , Δήμητρα Σιατερλή, Ράνια Σχορετσανίτη, Φαίη Τζέλη, Αλεξάνδρα Τσιτσιντά
Τη βραδιά των εγκαινίων θα διαβαστούν ποιήματα από το λεύκωμα. Το Σάββατο 14 Μαρτίου στις 12:30 ποιήτριες και χαράκτριες θα παρουσιάσουν τα έργα τους στην έκθεση.
Το ποίημα της Νόνης Σταματέλου που υπάρχει στο λεύκωμα και συνοδεύεται από χαρακτικό, είναι η ΜΑΝΑ.
Μάνα
Το διάνεμά σου μεσ’ στο σπίτι
Σαν να μην έχεις φύγει από καιρό.
Κάπου-κάπου θαρρώ πως τις νύχτες
Κάποιος ποτίζει το βασιλικό
Και σα δροσίσει τα χαράματα
Κλείνει απαλά το τζάμι.
Νά ρχεσαι
Να με ξυπνάς
Και να μου σκεπάζεις την πλάτη
Όπως τότε.
Να μου διαβάζεις στη γωνιά μας
απ’ το παλιό αναγνωστικό.
Έχει άλλη γλύκα ο Παπαδιαμάντης
απ’ το στόμα σου, μάνα
Άλλο βάρος τα Συναξάρια.

Το χαρακτικό της της Κατερίνας Λαμπροπούλου για το ποίημα "μάνα"



Τοποθεσία: Μουσείο Γ. Γουναρόπουλου, Γουναροπούλου 6, Άνω Ιλίσια
Ημερομηνία: Εγκαίνια: Τετάρτη 4 Μαρτίου, ώρα 20.00
Διάρκεια έκθεσης: 4 Μαρτίου – 4 Απριλίου 2015
Ωράριο λειτουργίας: Τρίτη – Τετάρτη: 09.00-13.30 & 17.00 – 20.00
Πέμπτη – Σάββατο: 09.00 – 15.00. Κυριακή – Δευτέρα: κλειστά
Είσοδος ελεύθερη
Πληροφορίες: Τηλ.: 210 74 87 657 – 210 77 77 601
info@gounaropoulos.gr

Άνοιξη

  Άνοιξη

Κι' όμως
Ήρθε πάλι φέτος η Άνοιξη
Χωρίς να στοχαστεί
Αν οι άνθρωποι ετοιμάστηκαν
Αν η γη αντέχει το βάρος της.
Παντού πληγές
Κι' εκείνη αστόχαστη
Χρωματίζει τους κάμπους απ' άκρη σ' άκρη
Τρελλαίνει τις μέλλισσες
Χτίζει  φωλιές στα χελιδόνια
Ανεβοκατεβαίνει στους λόφους
Τραγουδώντας.
Εισβάλλει στις πολιτείες τα χαράματα
Κι' αν τύχει σε παράθυρο ανοιχτό
Ταράζει τα όνειρα
Κι' η μέρα ξημερώνει πιο μαρτυρική
με τους δείχτες του νου γυρισμένους στην Άνοιξη.
Πώς ν' αντέξεις το γιασεμί
στο μπαλκονάκι
της μικρής μονοκατοικίας
που μετράει μέρες
πριν παραδοθεί άνευ όρων.
Πώς ν' αντέξεις τα όνειρα
Όταν τα πράγματα αναδίνουν
μια ύποπτη θανατηφόρα μυρωδιά
από ψοφίμι!
Διάδρομοι σκοτεινοί, δοσοληψίες
Έγγραφα νόμιμα με βούλες παρανόμων
Πρόσωπα σκυθρωπά και φοβισμένα.
Κι' οι αξίες παραπαίουν λησμονημένες
Σαν νυχτερίδες στο γιαπί τα βράδια.

Κι' όμως
Ήρθε πάλι φέτος η Άνοιξη
Χωρίς να μετανοιώσει.

ΑΚΟΜΑ

                                  ΑΚΟΜΑ


Ανθίζουν ακόμα οι αμυγδαλιές στο Φρύνι;
Ρωτάω
κι’ επιμένω να τυλίγω το καλώδιο στις μνήμες.
Κι’ οι γραμμές συνωμοτούν στον αντίλαλο.
Ανθίζουν ακόμα; στο Φρύνι;
Μέσα Γενάρη
κι’ ανασαίνω την Άνοιξη…
Οι φουστίνες και τα γιούλια στον κάμπο;
Πατώ το κουμπί της ανοιχτής ακρόασης
Και λόγια ροδοπέταλα
ακροβατούν στα έπιπλά μου.
Ένα κοπάδι γλάρων στο μπαλκόνι.
Σε στρώμα από πευκοβελόνες χορεύω
με τη λύρα μου συνοδεύοντας
το λυγμό του Χειμώνα.

Δυο ώρες δρόμο απέχουν οι εποχές;
Ναι, καμμιά φορά και λιγότερο.

Ανθίζουν ακόμα οι αμυγδαλιές στο Φρύνι!
Κι’ οι φουστίνες και τα γιούλια…
Ναι, ανθίζουν ακόμα.
Κι’ ένα παιδί αχόρταγα κοιτάζει ακόμα, κάτω ,μακριά
στους ανεμόμυλους τ’ άϊ Γιάννη…

Τα γραφεία

      Τα γραφεία        

Γραφεία μίζερα στοίβες χαρτιών
και θλίψη απέραντη.
Ποίηση που αιμορραγεί
Στις ξύλινες προθήκες.
Δρόμοι αδιέξοδοι, βλέμματα άδεια
Χαμένα όνειρα, ζωές χαμένες 
Καρδιές  αλύτρωτες.
Λόγια που στέρεψαν, στεγνά απ’ τη σκόνη
Στην ερημία του πίνακα…

Κι’ η νιότη ασίγαστη
κι’   ευλογημένη
Τρέμει το αύριο
Κι’ όπου σταθεί, γράφει συνθήματα
Για τα γραφεία
που όλοι εργάζονται «για το καλό της».

Φθινοπωρινά σινιάλα

                                                      Φθινοπωρινά σινιάλα

Δρόσισαν  πια τα βραδάκια στη βεράντα
δεν είναι να μένεις μέχρι αργά.
Κι’ η θάλασσα στο βάθος απόμακρη
Σαν να μη την αγγίξαμε ποτέ…

Οι σκόρπιες εφημερίδες στο τραπέζι
σαλεύουν στα φθινοπωρινά σινιάλα
κι’ οι μικροί  ανεμόμυλοι στις γλάστρες με τους κάκτους
έχουν τρελλαθεί!
Τακτοποιώ τα καλοκαιρινά μου λάφυρα στα γυάλινα βάζα
προσέχοντας μη σπάσει ο μικρός ιππόκαμπος
και τ’ αυτιά της Αφροδίτης.
Κοχύλια, βότσαλα, μεγάλα και μικρά
άσπρα, μαύρα και χρωματιστά
τ’ αραδιάζω με σπουδή στο περβάζι.
Πόσα καλοκαίρια χωράνε σ’ ένα σπίτι!
Αν είχαν στόμα…

Παίρνω μέσα τις ψάθινες καρέκλες.
Μάζεψε και τα μαξιλάρια απ’ το πεζουλάκι
Έρχεται βροχή…

Περιγελώντας τον καιρό

     Περιγελώντας τον καιρό


Παράξενο κι’ ανέλπιστο πού ρθε το Καλοκαίρι…

Η μάνα μου κι η Παναγιά

κρατώντας με απ’ το χέρι

μου δείχνουνε τα πέλαγα.

Με νοιάζονται

Και  με ταΐζουν τρυφερά γάλα και μέλι.

Κι’ ένα καράβι ολόλευκο

Ολόλαμπρο, ανθοστόλιστο

Με καπετάνιο αρχάγγελο και βασιλιά

Φάνηκε στ’ Αγιονέρι…

Κοχύλια, φρούτα και βιολιά

Παιχνίδια με τον άνεμο

Κόκκινες φυσαρμόνικες

Στων τζιτζικιών το στόμα…

Περιγελώντας τον καιρό

κρεμώ στου γλάρου του φτερό

το παιδικό μου πρόσωπο.

Eντυπώσεις απ' τη βραδιά την αφιερωμένη στην ποίηση της Νόνης Σταματέλου



Γεμάτο το Θεατράκι στα Παλιά Σφαγεία χτες βράδυ, από κόσμο που ήρθε να τιμήσει την  ποιήτρια Νόνη Σταματέλου!  Λογοτέχνες ( οι γνήσιοι λογοτέχνες που αντέχουν να τιμούν τους συναδέλφους τους), καθηγητές, σύμβουλοι, διευθυντές σχολείων (  ο διευθυντής του σχολείου της Νόνης θερμός συμπαραστάτης και πάντα «εκεί»), συμπατριώτες της απ’ τη Λευκάδα ,απλός κόσμος, φοιτητές και κυρίως μαθητές της απ’ το 7ο Λύκειο!! Τι συγκινητικό να είναι τόσοι μαθητές σου στο ακροατήριο!! Τι ελπιδοφόρο να βλέπεις νέα παιδιά να ακούν γαληνεμένα τα ποιήματά σου και να ξέρεις ότι ο σπόρος που έριξες κάπου σ’ αυτές τις ψυχές θα φυτρώσει!! Δεν υπάρχει καλύτερη επίθεση στην «κρίση» απ’ αυτή .
Όσοι μίλησαν ήταν αληθινοί και ουσιαστικοί και χωρίς αυτοπροβολή και χωρίς τυμπανοκρουσίες!! Τι ανάγκη έχει η πραγματική ποίηση από μεγαλοστομίες όταν έχει γεμίσει τις καρδιές κι έχει φωτίσει το νου!!
Μερικά απ’ αυτά που ακούστηκαν για την ποίηση της Νόνης ήταν: «Τη χαρακτηρίζει η λαχτάρα της θάλασσας, η αγάπη για τη ζωή….., η μελαγχολική διάθεση που την ακολουθεί η ελπίδα..»
«Έχει καβαφική επιρροή», «δεν είναι αμέτοχη στα κοινωνικά προβλήματα» ,«αγαπά τη σιωπή..» ,«αφτιασίδωτος λόγος»
«ποίηση με έντονη εικονοπλασία», «συχνά υπερρεαλιστικός στίχος»
Και σύμφωνα με κάποιον απ’ το ακροατήριο: «Ο κοινός καμβάς όμως σε κάθε -μα σε κάθε ποίημα – είναι η αγαπητική σχέση ως στάση ζωής που αναδεικνύει και αποτελεί το στίγμα της δική της ποίησης.»
Όμορφη απαγγελία απ’ την ποιήτρια  κι από μαθήτριά της, συγκινητικό πιάνο από άλλη μαθήτρια …
Στο τέλος δακρύσαμε από την ανάγνωση της επιστολής   μιας νέας κοπέλας που βρίσκεται μακριά κάνοντας τη διατριβή της και κατέθετε έτσι, αυτό που χαρακτηρίζει την ποίηση της Νόνης  :«στρατευμένη στην αγάπη για τη ζωή»   σύμφωνα με φράση της κεντρικής ομιλήτριας

Οι γνήσιοι ποιητές μετά από κάθε τέτοια μεγάλη βραδιά γεμάτη αγάπη και ανταπόκριση απ’ τον κόσμο κάνουν αυτό  που είπε η Νόνη: Γυρνάνε πιο δυνατοί και σιωπηλοί μέσα στην ψυχή τους!!!

Φωτογραφίες από τη βραδιά








 


























Απόσπασμα από όσα είπε για την ποιήτρια η κ. Στρατσάνη







Απόσπασμα από όσα είπε για  την ποιήτρια η κ. Στρατσάνη στην
 «Βραδιά αφιερωμένη στην ποίηση της Νόνης Σταματέλου»

..Aυτό που μ’ έκανε κυρίως να μιλήσω για το έργο της Νόνης ,είναι αυτή η φλόγα που φέρει κι αυτή η διάθεση κι αυτό το χαμόγελο που είναι πάντοτε εκεί καθώς και κάποια επαναστατική διάθεση που υποβόσκει κάτω απ’ αυτό το χαμόγελο.
Είναι ολοφάνερη η πατρίδα της Νόνης. Έρχεται απ’ τη θάλασσα. Είναι σαν εκείνο τον ήρωα στην ταινία του Αγγελόπουλου «Ταξίδι στα Κύθηρα»  που την ώρα της εκτέλεσης του αναφωνεί:  Εγώ ήρθα απ’ τη θάλασσα, εσείς από πού ήρθατε;
Η  διαμαρτυρία της μοιάζει με της φώκιας το κλάμα κι όχι με το κρώξιμο των μαύρων πουλιών που την τρομάζουν κι άλλοτε πάλι μοιάζει με το πέταγμα του γλάρου. Σα γλάρος φεύγει απ’ τη σκληρή πραγματικότητα που την πετάει σαν άδειο σακί στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου.
…Είναι φωτεινή κοπέλα που τραγουδά σαν την μικρή Αντιγόνη του Γ. Σεφέρη. Είναι μια Σαπφώ στ’ ακροθαλάσσι μαγεμένη απ’ το Αιγαίο και τα νησιά του  που τραγουδά τους καημούς του καθενός μας……
Είναι αιχμηρή με τον τρόπο της η Νόνη, ο λόγος της μας ανατριχιάζει κάποιες φορές όπως μας ανατριχιάζει ο μπάτης εκεί που αποχαυνωμένοι βλέπουμε τον ήλιο να δύει στο τέλος μιας καλοκαιρινής μέρας πλάι στη θάλασσα.
Ο στίχος της είναι απλός, ουσιαστικός, προσιτός και αναμοχλευτικός όπως είναι κι η ίδια.
Σαν φλόγα πετάει στα έλη της ύπαρξης μας κι ανάβει φωτιές..
Είναι στρατευμένη η ποίηση της Νόνης κι ας μη φαίνεται, έτσι όπως συμβαίνει με όσους αγωνίζονται για την υπόθεση της ζωής..